ΠΑΠΑ-ΦΩΤΗΣ Ο ΛΑΥΡΕΩΤΗΣ ΦΤΩΧΟΣ ΚΑΙ ΑΝΥΠΟΔΗΤΟΣ ΑΛΛΑ ΑΓΙΟΣ ΜΕ ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΕΡΓΟ
ΠΩΣ Η ΙΕΡΩΣΥΝΗ ΦΤΑΝΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ
ΣΥΝΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΒΙΟΠΟΡΙΣΜΟΣ;
Πρωτ. Δημήτριου Θεοφίλου
M.D
Εφημ. Ι.Ν. Αγ. Χαραλάμπους και Αγ. Αποστόλων Πέτρου και Παύλου Ιτέας, Ι.Μ. Φωκίδας
Ηποιμαντική διάσταση της ιερατικής διακονίας, αποτελεί την πεμπτουσία της αποστολής του ιερέα μέσα στο κόσμο. Είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή διδασκαλία κάποιων πεποιθήσεων ή βεβαιοτήτων, φυσικού ή μεταφυσικού περιεχομένου. Η ποιμαντική μέριμνα του κληρικού μπορεί να ενυπάρχει στο σύνολο της πνευματικής και υλικής δράσης και παρουσίας του. Όταν ο Χριστός καλεί τους μαθητές του, λαμβάνει χώρα ένας εξόχως ενδιαφέρων διάλογος, ανάμεσα στον Φίλιππο, που ήδη έχει αποφασίσει να ακολουθήσει τον Ιησού και στον φίλο του Ναθαναήλ ο οποίος αμφιταλαντεύεται, εκεί ο Φίλιππος προσπαθεί να τον πείσει να ακολουθήσει και εκείνος το Χριστό με την χαρακτηριστική φράση - πρόσκληση «έρχου και ίδε»1.
Σε αυτές τις τρεις λέξεις κλειδιά, εμπεριέχεται το νόημα της διαχρονικής εκκλησιαστικής ποιμαντικής, είναι ένα διηνεκές κάλεσμα σε κοινή ζωή, αφού πρόκειται για μια πρόταση κοινοτικής συμβίωσης και όχι ιδεολογικής σύγκλισης ή συμπόρευσης. Η ποιμαντική μας σήμερα έχει ζητήματα αυθεντικότητας, ειλικρίνειας και πραγματισμού, ακριβώς επειδή στην πορεία του χρόνου έχει ξεθωριάσει το οντολογικό περιεχόμενο του καλέσματός της.
Όταν προσεγγίζουμε ποιμαντικά τους ανθρώπους, συνήθως τους μιλάμε με βεβαιότητες ή ανθρώπινα επιτεύγματα, φυσικής και μεταφυσικής προοπτικής, επιδιώκουμε να είμαστε πειστικοί αλλά όχι απαραίτητα αληθινοί και αυθεντικοί.Έτσι οι άνθρωποι αντί να κοιτούν το «φεγγάρι» συνεχίζουν να κοιτούν το «δάχτυλο» που τους το δείχνει, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται και νααναπτύσσονται στρεβλές και διαταραγμένες σε κάποιες περιπτώσεις, ποιμαντικές συνάψεις ανθρωπίνων σχέσεων, προσωποληψίας - προσωπολατρίας και εγωτισμού.Ο άπειρος πνευματικά ιερωμένος και άγευστος από κοινωνία και ζωή κινδυνεύει να βρεθεί δέσμιος σε μια διπολική διαταραχή, ανάμεσα στην αυτάρκεια της συνήθειας και την εκκοσμικευμένη αγωνία του βιοπορισμού.
Πολλές φορές έχουμε συναναστραφεί ιερωμένους με «στυλωμένα τα πόδια» στη συνήθεια. Χαρακτηριστική έκφραση αυτής της αντίληψης εμπεριέχεται στη φράση: «εμείς έτσι το μάθαμε ... δεν θέλουμε αλλαγές». Αυτή η πεποίθηση μπορεί να κρατήσει μακριά τον κληρικό, από συνθετικές δημιουργικές ζυμώσεις αλλαγών, χρήσιμων και παραγωγικών για το ποιμαντικό του έγρο. Από την άλλη πλευρά του «λόφου» βρίσκεται ηιδιοτέλεια, το ανεξέλεγκτο ψυχαναγκαστικό άγχος και η αγωνία του βιοπορισμού, κατάσταση που ευδοκιμεί κυρίως στους εγγάμους κληρικούς, δίχως να αφήνει ανέγγιχτους και πλείστους των αγάμων.
Ένας νέος κληρικός πενταετούς διακονίας και λιγότερο, αισθάνεται την αναντίρρητη ανάγκη κάπου να ακουμπήσει, κάποιον δρόμο να βαδίσει, μα οι περισσότερες «περπατημένες» οδοί είναι στερεοτυπικές, άνυδρες και άστοργες, από τη σκόνη του χρόνου που έχει κατακαθίσει στα ρείθρα τους και την απολίθωση των προσώπων που τις ακολουθούν, με συμβολισμούς κενούς περιεχομένου.
Η χαρά της ιεροσύνης, που απαλύνει τους πόνους από τα καρφιά του σταυρού, τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα μαστιγώματα και τους εξευτελισμούς «ένεκεν του ονόματός Του», είναι η αγάπη και το ενδιαφέρον, που ο ιερέας καλείται να μοιράσει στα «λογικά πρόβατα» που του εμπιστεύτηκε ο Χριστός, με την διαμεσολάβηση του οικείου επισκόπου του.Η συνήθεια «σκοτώνει» και «ταριχεύει» την ιερατική διακονία, ενώ ο ιδιοτελής βιοπορισμός αλλοτριώνει και ευτελίζει πόθους και οράματα.
Ηποιμαντική διακονία του κληρικού αρχίζει από τον εαυτό του και περατώνεται στη συνάντηση του αδιάκριτα πλησίον, με καθοδηγητή το Χριστό και το ευαγγέλιό Του.Η κάλυψη των υλικών αναγκών του κληρικού (εγγάμου - αγάμου), όσο πιο πολύ αφήνεται στην πρόνοια και τη μέριμνα του Θεού, τόσο περισσότερο χώρο προσπορίζει στην ψυχή και το νου του κληρικού για απερίσπαστη διακονία, αφού θα έχει παραμερισμένες τις βιοτικές - βιολογικές μέριμνες. Δεν είναι λίγοι οι κληρικοί στην εποχή μας, οι οποίοι αναλώνονται και βασανίζονται με υπολογισμούς λογιστικού τύπου, για την πτώση των εσόδων τους, λόγω οικονομικής κρίσης και για την αβεβαιότητα του μισθολογικού μέλλοντός τους, στάσεις και συμπεριφορές μίζερες και ματεριαλιστικές, που δεν αφήνουν χώρο για Θεοφάνεια και Χριστο-παρουσία.
Η βιοτική μέριμνα του κληρικού οριοθετείται από τον Ιωάννη το Χρυσόστομο στην αυτάρκη πρακτική του «προς το ζείν».Αν η ιεροσύνη δεν είναι «λειτουργική», ο χρόνος αντί να την ωριμάζει και να την νοστιμεύει σαν το καλά «ζυμωμένο» κρασί, την σκουριάζει και την ξινίζει, με αποτέλεσμα να αποκτά τοξικό χαρακτήρα και να κατακαίει όποιον επιχειρεί να πλησιάσει ένα τέτοιο ιερωμένο, ο οποίος δεν θα χαρακτηρίζονταν κατ’ ανάγκην «αμαρτωλός» με τη στενή έννοια του όρου, αλλά επικίνδυνα ανεπίγνωστος σε σχέση με τη διακονία του, και τραγικά μόνος, δίχως ανατροφοδότηση μέσα από ειρηνικές συνάψεις αγαπητικών συσχετίσεων, με άλλες εικόνες του Θεού.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Καινή Διαθήκη Ιωάν. 1, 44-52.
2. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ομιλία ΙΕ’ εις A Τιμόθεον. Migne 62,581.
ΦΩΤΟ ΑΠΟΕΔΩRead more:http://www.egolpion.com/AF68F747.el.aspx#ixzz49TjhtzlP
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου